Προσπαθώντας να αποδεχθούμε ότι ζούμε συμπτωματικά…
Η ημέρα που ξημέρωσε αποτελεί μια από τις δυσκολότερες που έχει βιώσει η χώρα μας τα τελευταία χρόνια. Η Ελλάδα, με επίκεντρο την Λάρισα θρηνεί όλους εκείνους που έκαναν το λάθος να επιβιβαστούν στο κατά κόρον λαϊκότερο μέσο και να ταξιδέψουν για διάφορους λόγους. Παιδιά που επέστρεφαν προς τις σχολές τους μετά το τριήμερο της Καθαρά Δευτέρας, όλους εκείνους που επέστρεφαν από την εργασία τους, εκείνους που αποφάσισαν να κάνουν χιλιόμετρα για να δουν το άλλο τους μισό… εκείνους που αποφάσισαν να ταξιδέψουν για χίλιους και έναν λόγους που ταξιδεύουν όλοι οι φυσιολογικοί άνθρωποι.
Δυστυχώς, είμαστε για ακόμη μια φορά στο ίδιο έργο θεατές. Σε αντίθεση με τις ταινίες όμως, το τέλος δεν είναι καλό… είναι πέρα για πέρα τραγικό. Αυτό το οποίο νομίζω όλοι μας δεν μπορούμε να αποδεχθούμε είναι το γεγονός πως δεν συζητάμε για μια άτυχη στιγμή, για κάποιο ατύχημα τέλος πάντων, όπως όλα αυτά που συμβαίνουν σε αυτοκίνητα, αεροπλάνα, τρένα και βαπόρια. Συζητάμε για ένα χρόνιο πρόβλημα που όσοι είτε εργάζονται είτε ταξιδεύουν με τρένο έχουν διαπιστώσει καιρό.
Αδυνατώ να διανοηθώ πως κάποιος εν έτη 2023 ενώ μπορεί να παρακολουθήσει την αποστολή της παραγγελίας του, την ίδια ώρα δεν μπορούμε να δούμε την ακριβή θέση με ακρίβεια χιλιοστού στις συντεταγμένες δυο τρένων. Σύμφωνα δε με τις δηλώσεις του προέδρου των μηχανοδηγών του ΟΣΕ Κώστα Γενιδούνια δεν λειτουργούν ούτε οι ενδείξεις, ούτε τα φωτοσήματα ούτε ο έλεγχος της κυκλοφορίας. Ολά αυτά από τον ΟΣΕ που καθημερινά χιλιάδες κόσμου μετακινούνται με την ελπίδα ότι θα γυρίσουν ή θα φτάσουν ασφαλείς στους οικείους τους.
Δεν ξέρω εάν το ένστικτο μας πολλές φορές γίνεται μάντης κακών. Ωστόσο θα σας διηγηθώ ένα γεγονός. Βρισκόμενος στην Λάρισα για τις σπουδές μου, αργά το βράδυ άκουσα σειρήνες, όντας κοντά στην Πυροσβεστική της πόλης. Ασυναίσθητα, έπιασα τον εαυτό μου να ανησυχεί και να προσεύχεται ώστε να μην έχει συμβεί τίποτα. Αυτά που μάθαμε ξυπνώντας όλοι το πρωί αποτελούν ιστορία, αποτελούν μια μαύρη σελίδα που γράφτηκε με αίμα αθώων παιδιών.
Κάτι τέτοιες μέρες νομίζω ότι συνειδητοποιούμε ότι ζούμε σε μια χώρα στην οποία ζούμε από τύχη. Επειδή για παράδειγμα πήραμε το τρένο που έφευγε στις 7 αντί γι’ αυτό που έφυγε στις 10. Ζούμε σε μια χώρα στην οποία κανείς δεν νοιάζεται όχι για το αν ζούμε με καλές συνθήκες ή καταστάσεις που δεν υποβαθμίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη, αλλά κανείς δεν νοιάζεται καν για το αν ζούμε. Γι’αυτό μόνο εμείς οι ίδιοι μπορούμε να κάνουμε την ζωή μας καλύτερη εάν επιτέλους βοηθήσουμε τον διπλανό μας. Δίνοντας λίγο αίμα, λίγο φαγητό, λίγο από ό,τι τέλος πάντων περισσεύει στον καθένα. Πιστεύω ακράδαντα ότι το καλό πάντα επιστρέφει,
Κλείνοντας, εύχομαι να μην υπάρξουν άλλες δυσάρεστες ειδήσεις για νεκρούς. Τα λόγια είναι περιττά για τις οικογένειες όλων αυτών των παιδιών που πέθαναν μαζί με τα όνειρά τους σε ένα βαγόνι. Μόνο εκείνοι ξέρουν τον πόνο και μόνο εκείνοι θα ζήσουν το υπόλοιπο της ζωής τους με αυτόν. Μακάρι να είναι η τελευταία φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο, όμως φοβάμαι πως η ευχή μου δεν θα βγει αληθινή.
ΥΓ: Καλό είναι να δείχνουμε και να λέμε στους ανθρώπους που αγαπάμε πόσο τους αγαπάμε. Ποτέ δεν ξέρουμε πότε θα είναι η τελευταία φορά που θα τους δούμε!
ΥΓ2: Θα κλείσω με έναν στίχο, φοβάμαι όλα αυτά που θα γίνουν για μένα χωρίς εμένα