ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΑΘΕΤΕΙ Ο ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΣΤΗΣ ΤΟΥ “ΑΥΡΙΟ”
Ο Κωνσταντίνος Γιάννη γράφει στο Sports-Academies.gr στην στήλη του ”ΝΤΟΥ ΣΤΙΣ ΑΚΑΔΗΜΙΕΣ” για τα φυσιολογικά χαρακτηριστικά τα οποία πρέπει να διαθέτει ένας ποδοσφαιριστής ώστε να μπορέσει αγωνιστεί και να επιτύχει σε μια ομάδα υψηλού επιπέδου.
Το ποδόσφαιρο είναι ένα ομαδικό άθλημα το οποίο απαιτεί παρατεταμένη υψηλής έντασης διαλειμματική άσκηση,[1] περιέχοντας πολλές απαιτητικές φυσικές δραστηριότητες όπως σπριντ, τρέξιμο υψηλής έντασης, αλλαγές κατευθύνσεων, άλματα και τάκλιν.
Επίσης περιλαμβάνει πολλές τεχνικές δραστηριότητες όπως ντρίπλα, πάσα, υποδοχή, κεφάλια και σουτ.[1,2,3,4,5]
Ανάλυση και απαιτήσεις αγώνα: H συνολική απόσταση που διανύει ένας ποδοσφαιριστής κατά την διάρκεια το παιχνιδιού είναι 10 με 13km.[6] Οι διαφορές σχετίζονται με την θέση και τον ρόλο του ποδοσφαιριστή, με την θέση της ομάδας και με την τακτική που εφαρμόζει η ομάδα στον αγώνα κλπ.
Σύμφωνα με την διάρκεια του παιχνιδιού, το ποδόσφαιρο εξαρτάται κυρίως από τον αερόβιο μηχανισμό παραγωγής ενέργειας. Ο μέσος όρος της έντασης, μετρώντας ως την επί της % σε ποσοστό της μεγίστης καρδιακής συχνότητας, κατά την διάρκεια του αγώνα είναι κοντά στο αναερόβιο κατώφλι (η υψηλότερη ένταση άσκησης όπου η παράγωγη και η απομάκρυνση του γαλακτικού οξέος είναι ίδια) συνήθως ανάμεσα στο 80 – 90% της μεγίστης καρδιακής συχνότητας του ποδοσφαιριστή,[2] ποσοστό στο οποίο αντιστοιχεί στο 70-75% της μεγίστης πρόληψης οξυγόνου (Vo2max) (η μεγαλύτερη ποσότητα οξυγόνου την οποία το σώμα μπορεί να χρησιμοποιήσει κατά την διάρκεια εξαντλητικής άσκησης).[2,7,8]
Το αερόβια σύστημα παρέχει το 90% της συνολικής ενέργειας κατά την διάρκεια του παιχνιδιού.[7] Παρότι, ο αερόβιος μεταβολισμός υπερισχύει στην παράγωγη ενέργειας κατά την διάρκεια του παιχνιδιού, οι πιο αποφασίστηκες και καθοριστικές ενέργειες καλύπτονται από τον αναερόβιο μηχανισμό παράγωγης ενέργειας πχ. άλμα, σουτ.[2]
Όπως είδαμε οι απαιτήσεις του αγώνα είναι ιδιαιτέρως υψηλές. Έτσι, προκειμένου να ανταποκριθεί ο ποδοσφαιριστής στις απαιτήσεις αυτές, ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά που θα πρέπει να έχει είναι η άριστη φυσική κατάσταση, συμπεριλαμβάνοντας όλες τις φυσικές ικανότητες (εικ.1).
Στην συνέχεια θα προσπαθήσουμε να μιλήσουμε περιληπτικά για τα φυσιολογικά χαρακτηριστικά του ποδοσφαιριστή υψηλού επιπέδου.
———Εικόνα 1-Φυσικές Ικανότητες
Αντοχή: Αναλυτικότερα, η μέγιστη πρόσληψη οξυγόνου για ποδοσφαιριστές υψηλού επιπέδου έχει καθορίστεi σε πολλές έρευνες, με μέσο όρο τιμών 56 και 69 ml/kg/min.[9] Αργότερα, ο Reilly[10] (2000) πρότεινε ύστερα από έγκυρη παρατήρηση ότι η VO2max > 60 mL/kg/min, θα πρέπει να θεωρείτε ως το κατώτατο κατώφλι σε ομάδες υψηλού επιπέδου ώστε να μπορέσει ένας ποδοσφαιριστής να επιτύχει και να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις του σύγχρονου ποδοσφαίρου.
Έρευνες έχουν εντοπίσει υψηλή σχέση μεταξύ της συνολικής διανυόμενης απόστασης, της διανυόμενης απόστασης σε υψηλή ένταση στο τελευταίο μέρος του παιχνιδιού και της μεγίστης πρόληψης οξυγόνου (VO2max).[11,12,13]
Οι ποδοσφαιριστές με υψηλότερες τιμές VO2max και γενικά με υψηλότερη ικανότητα αντοχής θα έχουν την δυνατότητα να συμμετάσχουν πιο καθοριστικά σε κρίσιμες στιγμές του παιχνιδιού.
Επιπλέον, θα είναι σε θέση να εκτελούν τις τεχνικές δεξιότητες και να εφαρμόζουν την τακτική σε υψηλότερη ένταση. [14] Τέλος η αερόβια ικανότητα καθορίζει τον βαθμό στον όποιο μπορεί να ανεχτεί η εργασία υψηλής έντασης κατά την διάρκεια του παιχνιδιού. [9]
Δύναμη: Στο ποδόσφαιρο η δύναμη και η ταχυδύναμη είναι το ίδιο σημαντικά με την αντοχή. Η μεγίστη δύναμη αναφέρεται στην υψηλότερη δύναμη την οποία μπορεί να παράγει το νευρομυϊκό σύστημα κατά τη διάρκεια μια μεγίστης εκούσιας προσπάθειας (μια μεγίστη επανάληψη [1RM]).
Ενώ η ταχυδύναμη είναι προϊόν της δύναμης και της ταχύτητας, αναφέρεται στην ικανότητα του νευρομυϊκού συστήματος να παράγει την μεγαλύτερη δυνατή δύναμη σε όσο το δυνατόν μικρότερο χρονικό διάστημα. [2]
Η μέγιστη δύναμη και ο ρυθμός ανάπτυξης της δύναμης, είναι από τους βασικότερους παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν την ταχυδύναμη. Η αύξηση της μέγιστη δύναμη συνήθως σχετίζεται με βελτίωση της σχετικής δύναμης και συνεπώς με βελτίωση της ταχυδύναμης.[2]-
———Εικόνα 2-Προπόνηση Δύναμης
Στο ποδόσφαιρο πολλές δραστηριότητες απαιτούν δύναμη και εκρηκτική δύναμη π.χ. τάκλιν, άλματα, σουτ, αλλαγή κατεύθυνσης και αλλαγή ρυθμού). Η ταχυδυναμη κατά την διάρκεια τέτοιου είδους δραστηριοτήτων σχετίζεται με την δύναμη των μυών που συμμετέχουν στις κινήσεις αυτές. [10] Επίσης, ένας μεγάλος αριθμός ερευνών έχουν κατάληξη ότι η μέγιστη δύναμη επηρεάζει θετικά την επίδοση στο κάθετο άλμα, στην επιτάχυνση και στην ταχύτητα[15,16,17,18,19]
Ο Wisløff et al. [14] (1998) πρότεινε ότι ένας ποδοσφαιριστής με βάρος σώματος 75kg θα πρέπει να έχει στο ημικάθισμα επίδοση > 200kg (90ο στην άρθρωση του γόνατος) και πιέσεις πάγκου επίδοση > 100kg.
Όσον αφορά το κάθετο άλμα, ο ποδοσφαιριστής υψηλού επιπέδου θα πρέπει έχει μέσο όρο επίδοσης κοντά στα 60cm. Ήδη είναι γνωστό πως η επίδοση των ποδοσφαιριστών στο κάθετο άλμα σχετίζεται σημαντικά με την επιτυχία της ομάδας. [20]
Γι’ αυτό οι προπονητές φυσικής κατάστασης θα πρέπει να δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στη προπόνηση βελτίωσης του άλματος και της ταχυδύναμης. Σκεφτείτε μόνο, ποσά παιχνίδια έχουν κριθεί με τον επιτιθέμενο να σκοράρει επειδή εκτέλεσε άλμα μερικών εκατοστών υψηλότερο από τον αμυνόμενο, και θα διαπιστώσετε τη σημαντικότητα του κάθετου άλματος.
Επιπλέον η δύναμη παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην πρόληψη τραυματισμών. Οι τραυματισμοί είναι ένα συχνές φαινόμενο στο άθλημα του ποδοσφαίρου, με αποτέλεσμα ο τραυματισμένος ποδοσφαιριστής να παραμένει εκτός αθλητικής δραστηριότητας για χρονικό διάστημα που διαρκεί συνήθως από μερικές ημέρες μέχρι και μερικούς μήνες (εξαρτάται από το είδος του τραυματισμού).
Αναπόφευκτα, η ομάδα στερείται τις υπηρεσίες του για το χρονικό διάστημα της αποχής του. Όμως, είναι στο χέρι μας σε μεγάλο βαθμό να διατηρούμε τους ποδοσφαιριστές μας υγιείς.
Πλήθος ερευνών έχει δείξει, ότι με την σωστή εφαρμογή προγραμμάτων πρόληψης τραυματισμών μπορούμε να μειώσουμε το ποσοστό εμφάνισής τους σε μεγάλο βαθμό. [21,22,23,24,]
Τα παραπάνω ευρήματα (ακόμη περισσότερα) μου δίνουν την δυνατότητα να καταλήξω με ασφάλεια στο ότι η προπόνηση δύναμης θα πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της προπόνησης του ποδοσφαιριστή.
Πλήθος ερευνών υποστηρίζει την προπόνηση δύναμης στο άθλημα του ποδοσφαίρου, ενώ αντιθέτως, συμφώνα με τις γνώσεις μου, δεν υπάρχει ούτε μια που να την αμφισβητεί.
Ταχύτητα: Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά τα οποία πρέπει να διαθέτει ένας ποδοσφαιριστής υψηλού επιπέδου είναι η ταχύτητα. Η ταχύτητα (σπριντ) η οποία σε διάφορες έρευνες ορίζεται ως το τρέξιμο με ταχύτητα πάνω από το χαμηλότερο όριο των 19 με 25km/h.
Η ταχύτητα αποτελεί το 5% – 10% από την συνολική καλυπτόμενη απόσταση στο παιχνίδι, η οποία αντιστοιχεί στο 1% με 3% του συνολικού χρόνου του αγώνα. Ο μέσος όρους διάρκειας του σπριντ είναι 2 – 4s και ο μέσος ορός εκτέλεσης σπριντ είναι 1 στα 90s.[6]
Η πιο συχνά διανυόμενη απόσταση κατά την διάρκεια του παιχνιδιού είναι 20m.+_ , χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι ποδοσφαιριστές δεν εκτελούν ταχύτητα (σπριντ) μικρότερης και μεγαλύτερης απόστασης.
Η ταχύτητα παίζει πολύ σημαντικό ρόλο κατά την διάρκεια της εξέλιξης του παιχνιδιού. Στην βιβλιογραφία έχουν αναφερθεί χρόνοι από 4.00s μέχρι 4.22s για την απόσταση των 30m και από 1,79s μέχρι 1,90s για την απόσταση των 10m.[2]
Αυτό σημαίνει ότι οι πιο γρήγοροι ποδοσφαιριστές είναι κατά μέσο όρο 1m μπροστά από τους πιο αργούς ποδοσφαιριστές μετά από μόνο ένα σπριντ 10m. Αυτό θα μπορούσε να είναι ζωτικής σημασίας για τις σημαντικές μονομαχίες, επηρεάζοντας το αποτέλεσμα του αγώνα.
Στάδια ανάπτυξης της ταχύτητας: Η ανάπτυξη της ταχύτητας επιταχύνεται σε δυο φάσεις. Η πρώτη φάση είναι περίπου στα 8 έτη και για τα δυο φύλα, ενώ η δεύτερη φάση είναι περίπου στην ηλικία των 12 για τα κορίτσια και στην ηλικία των 12 με 15 για τα αγόρια.
Η πρώτη φάση σχετίζεται με την ωρίμανση του νευρικού συστήματος και την ανάπτυξη την συναρμογής στους μύες των χεριών και των ποδιών. Η δεύτερη φάση σχετίζεται με την αύξηση της μάζας του σώματος και την μυϊκής απόδοσης.
Η αύξηση της μυϊκής μάζας συμβαίνει αμέσως μετά την επίτευξη της μεγίστης ταχύτητας του ύψους. Κατά την διάρκεια της περιόδου αυτής υπάρχει μια κοινή αντίληψη ότι οι έφηβοι γίνονται πιο ”αδέξιοι”, κάτι το οποίο πιστεύεται πως συνδέεται με την δυσανάλογη ανάπτυξη του μήκους των κάτω άκρων συγκριτικά με το μήκος του κορμού.
Φαίνεται πως μόνο το 10-30% των έφηβων αγοριών επηρεάζεται αρνητικά και οι επιδράσεις είναι προσωρινές.[10]
Θεωρώ, πως όλοι σας έχετε διαπιστώσει την αλλαγή αυτή, ειδικά στις τεχνικές δεξιότητες (κυρίως υποδοχή), σε ποδοσφαιριστές που επηρεάζονται αρνητικά από τη δυσανάλογη ανάπτυξη του σώματός τους.
Μιλώντας με βάση την προσωπική μου εμπειρία, έχω δει ποδοσφαιριστές μου να δυσκολεύονται περισσότερο στον έλεγχο της μπάλας, ενώ προηγουμένως ήταν καλοί χειριστές της.
Τελειώνοντας με την φυσική ικανότητα της ταχύτητας, μέχρι το τέλος της δεύτερης φάσης έχουμε την φύση με το μέρος μας ώστε να βελτιώσουμε την ταχύτητα των αθλητών μας. Με το πέρας της δεύτερης φάσης, πλέον η φύση δεν είναι μαζί μας, αλλά ακόμη μπορούμε να βελτιώσουμε την ταχύτητα των αθλητών. Πως;
Εντοπίζοντας τυχόν αδυναμίες στην δρομική τεχνική, βελτιώνοντας την μεγίστη δύναμη και βελτιώνοντας την νευρομυϊκή συναρμογή.
Εικόνα3-Προπόνηση Ιδιοδεκτικότητας (Owen, et al., [24] 2013)
Ισορροπία (Ιδιοδεκτικότητα): Η ιδιοδεκτικότητα θα μπορούσε να ορισθεί ως μια εξειδικευμένη διαφοροποίηση της αίσθηση της αφής όπου εμπεριέχετε η αίσθηση της κίνησης και της θέσης των αρθρώσεων.[25]
Η ιδιοδεκτικότητα είναι πολύ σημαντικός μέρος της φυσιολογίας του σώματος επειδή επιτρέπει στο νευρομυϊκό σύστημα να διατηρήσει την ισορροπία, σταθερότητα και την ευκαμψία (άρθρωσης) ενώ ο ενεργοποιημένος μυς σταθεροποιεί την άρθρωση.[26]
Οι αισθητήριοι δέκτες βρίσκονται μέσα στις αρθρώσεις, σε συνδέσμους, σε μύες, στους τένοντες και στο δέρμα. Η κύρια λειτουργιά τους είναι να διασφαλίσουν ότι οι αρθρώσεις του σώματος βρίσκονται σε σταθερότητα αποφεύγοντας καταστροφικές μη σταθερές θέσεις.
Η ισορροπία διαχωρίζεται σε δυο είδη, την στατική και την δυναμική. Ως στατική ισορροπία θα μπορούσαμε να ορίσουμε την ικανότητα διατήρησης της βάση στήριξης με την ελάχιστη κίνηση.
Ενώ ως δυναμική ισορροπία θα μπορούσε να θεωρηθεί η ικανότητα εκτέλεσης μια άσκησης ενώ διατηρείτε η επανακτάτε μια σταθερή θέση[27] ή η ικανότητα να διατηρήσουμε και να επανακτήσουμε την ισορροπία σε μια μη σταθερή επιφάνεια[28,29] με την ελάχιστη εξωτερική κίνηση.
Υπάρχουν περιορισμένα στοιχειά πως η προπόνηση ισορροπίας επηρεάζει της κινητικές δεξιότητες των αθλητών υψηλού επιπέδου. Όταν η αποτελεσματικότητα της προπόνησης ισορροπίας συγκρίθηκε με την προπόνηση δύναμης.
Βρέθηκε ότι η προπόνηση δύναμης παρήγαγε πολύ μεγαλύτερα αποτελέσματα στη επίδοση στο ύψος τους άλματος και στον χρόνο του σπριντ.[30] Η ικανότητα ισορροπίας συνδέεται με το αγωνιστικό επίπεδο σε μερικά αθλήματα, με τους αθλητές υψηλότερου επιπέδου να δείχνουν καλύτερη ικανότητα ισορροπίας.
Υπάρχουν αρκετά στοιχειά που υποστηρίζουν ότι η προπόνηση ισορροπίας θα μπορούσε να αποτελεί σημαντικό μέρος της προπόνησης των μη υψηλού επιπέδου αθλητών με στόχο την βελτίωση συγκεκριμένων κινητικών δεξιοτήτων αλλά όχι ως υποκατάστατο της προπόνησης άλλων φυσικών ικανοτήτων όπως η δύναμη. [30]
Όπως είδαμε, δεν υπάρχουν πολλά στοιχειά που να υποστηρίζουν ότι η προπόνηση ισορροπίας θα μπορούσε να επηρεάσει θετικά την απόδοση των ελίτ αθλητών άμεσα. Αντιθέτως, είναι ευρέως γνωστό ότι η προπόνηση ισορροπίας θεωρείτε πρωταρχικής σημασίας στην αποκατάσταση και στην πρόληψη τραυματισμών, όπως το διάστρεμμα στην ποδοκνημική άρθρωση, η ρήξη του προσθίου χιαστού συνδέσμου και οι θλάσεις στους μύες των κάτω άκρων [24,31,32,33,34]
Συνοψίζοντας, στο ποδόσφαιρο πολλές δυναμικές δραστηριότητες εκτελούνται σε μονή στήριξη (ένα πόδι). Έτσι, εάν ένας αθλητής στοχεύει να αγωνιστεί σε ομάδα υψηλού επιπέδου θα πρέπει να έχει καλή ικανότητα ισορροπίας προκειμένου να μην είναι ευάλωτος σε τραυματισμούς.
———-Εικόνα 4- Ευλυγισία
Ευλυγισία – Ευκαμψία: Η ευλυγισία ορίζεται ως η ικανότητα του μυός να επιμηκύνετε, επιτρέποντας στην άρθρωση (ή περισσότερες από μια αρθρώσεις την ίδια στιγμή) να κινείται σε ένα εύρος κίνησης.
Η υψηλή μυϊκή ευλυγισία επιτρέπει στον μυ να δέχεται μεγαλύτερη επιβάρυνση ευκολότερα και να επιτρέπει τη σωστή και αποτελεσματική κίνηση.
Τα επίπεδα ευλυγισία επηρεάζονται από την άρθρωση, τον μυ – τένοντα και από ”γενικούς” παράγοντες.
Οι παράγοντες που σχετίζονται με την άρθρωση συμβάλλουν κατά 85% στις τιμές της ευλυγισίας. Οι παράγοντες οι όποιοι σχετίζονται με την μυ – τένοντα συμβάλλουν κατά 10% στις τιμές της ευλυγισίας, ενώ οι ”γενικοί” παράγοντες όπως η ηλικία κατά 5%.[35]
Έχει προταθεί ότι υψηλότερα επίπεδα ευλυγισίας θα μπορούσαν να μειώσουν την πιθανότητα τραυματισμών, εξαιτίας της βελτιωμένης ικανότητας των παθητικών συστατικών μορίων του μυός – τένοντα να απορροφούν ενέργεια ως αποτέλεσμα της καλύτερης σύνθεσής τους[36]
Ωστόσο, αυτή η άποψη είναι αντικρούμενη στην βιβλιογραφία. Πρόσφατη ανασκοπική έρευνα έδειξε,[37] ότι επτά έρευνες δεν εντόπισαν σχέση ανάμεσα στα επίπεδα της ευλυγισία και στους τραυματισμούς των καμπτηρών μυών του γόνατος και των οπίσθιων μηριαίων.
Ενώ τρεις έρευνες, σε επαγγελματίες Ευρωπαίους ποδοσφαιριστές, έδειξαν συσχέτιση ανάμεσα στα επίπεδα της ευλυγισίας, τα οποία μετρήθηκαν στην πρωταγωνιστική περίοδο, και τους τραυματισμούς τους οποίους οι ποδοσφαιριστές εμφάνισαν στην αγωνιστική περίοδο.
Οι διαφορές στα αποτελέσματα μπορεί να σχετίζονται με την χρησιμοποίηση διαφορετικών τεστ κατά την αξιολόγηση της μυϊκής ευλυγισίας, τεστ τα οποία δεν είναι πάντα συγκρίσιμα μεταξύ τους.
Η ευλυγισία είναι, παρ’ όλα αυτά, μια παράμετρος την οποία οι προπονητές φυσικής κατάστασης και η φυσιοθεραπευτές θα πρέπει να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη, ιδιαιτέρως για ποδοσφαιριστές οι οποίοι υποφέρουν συχνά από τραυματισμούς στους οπίσθιους μηριαίους μύες.
Τέλος, η καλή ευλυγισία θα δώσει στους ποδοσφαιριστές το πλεονέκτημα να εκτελούν τις ειδικές ποδοσφαιρικές κινήσεις σε μεγαλύτερο εύρος κίνησης.
Σύσταση Σώματος: Το σώμα μας αποτελείται από το δέρμα, λίπος, μύες και οστά. Οι ποδοσφαιριστές υψηλού επιπέδου θα πρέπει να έχουν χαμηλά ποσοστά σωματικού λίπους, τα άριστα επίπεδα κυμαίνονται όποια 6-8 %.
Όταν ο ποδοσφαιριστής έχει υψηλοτέρα ποσοστά λίπους, ταυτόχρονα επηρεάζεται η απόδοση του αρνητικά. Εάν έχετε κάποιον ποδοσφαιριστή σας με υψηλά ποσοστά σωματικού λίπους και θέλετε να τον συνετίσετε, φορέστε του ένα γιλέκο με το βάρους που αντιστοιχεί στο λίπος το όποιο πρέπει να χάσει και αφήστε τον προπονηθεί με αυτό.
Στο τέλος της προπόνησης, ρωτήστε τον πως νιώθει και εάν διαπίστωσε κάποια διάφορα. Την απάντηση όλοι μας την γνωρίζουμε. Το γιλέκο αντιστοιχεί στο περίσσιο σωματικό λίπος το όποιο έχει ο αθλητής. Το να έχει κάποιος ποδοσφαιριστής μεγαλύτερο σωματικό βάρος λόγου λίπους, δεν επωφελή πουθενά.
Το σημαντικότερο, η σχετική του δύναμη επηρεάζεται αρνητικά λόγο της μεγαλύτερης μάζας σώματος.
Επίλογος: Είναι κατανοητό πως ένας ποδοσφαιριστής πρέπει να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις του αγώνα προκειμένου να μπορέσει να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις του παιχνιδιού. Βέβαια, είναι εφικτό η επιτυχία να επιτευχτεί παρά την μέτρια φυσική κατάσταση.
Εάν, ένας ποδοσφαιριστής έχει καλά αναπτυγμένη την ατομική και ομαδική τακτική και έχει υψηλά επίπεδα τεχνικών δεξιοτήτων, αυτά θα τον βοηθήσουν να έχει σημαντικό ρόλο σε μια ομάδα η οποία παίζει παιχνίδια υψηλής έντασης. [10]
Επίσης, επειδή το ποδόσφαιρο είναι ένα σύνθετο άθλημα, η απόδοση κατά την διάρκεια του ποδοσφαιρικού αγώνα φαίνεται να εξαρτάται από έναν μεγάλο αριθμό παραγόντων όπως είναι οι ψυχολογικοί παράγοντες, η τεχνικές δεξιότητες του ποδοσφαιριστή, η τακτική που ακολουθεί η ομάδα, η φυσική κατάσταση και η ικανότητα λήψης σωστών αποφάσεων κατά την διάρκεια του παιχνιδιού.
Το τελευταίο υποστηρίζεται και από τα ευρήματα μιας πρόσφατης έρευνας όπου τα αποτελέσματα έδειξαν, ότι η ικανότητα τοποθέτησης και η ικανότητα λήψης αποφάσεων είναι η τακτική ικανότητα η οποία προβλέπει καλύτερα την μελλοντική επιτυχία σε έφηβους ποδοσφαιριστές.[38]
Εν κατακλείδι, οι ποδοσφαιριστές θα πρέπει να έχουν μέτρια έως υψηλή αερόβια και αναερόβια ικανότητα, καλή ευκινησία, ευλυγισία – ευκαμψία αρθρώσεων και μυϊκή δύναμη.[10] Επίσης, ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό το όποιο πρέπει να έχουν είναι η ικανότητα ανοχής της συστηματικής προπόνησης.[10]
ΥΓ1: Ο στόχος του άρθρου είναι να αναφερθεί στα φυσιολογικά χαρακτηριστικά τα οποία θα πρέπει να έχουν οι ποδοσφαιριστές για να αγωνιστούν σε μια ομάδα υψηλού επιπέδου. Δεν πρέπει να δώσουμε μεγαλύτερη σημασία απ’ ότι πρέπει στους αριθμούς οι οποίοι παραθέτονται παραπάνω.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στις αναπτυξιακές ηλικίες τον πρώτο λόγο έχει η ανάπτυξη των τεχνικών δεξιοτήτων.
ΥΓ2: Στόχος μου ήταν να παραθέσω την ορολογία σε όσο πιο απλή μορφή προκειμένου να γίνει κατανοητή απ’ όλους τους αναγνώστες.
Κωνσταντίνος Γιάννη
Προπονητής Φυσικής Κατάστασης – Προπονητής Ποδοσφαίρου UEFA B’
Πτυχίο Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής & Αθλητισμού Τρικάλων, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
Instituto Superior da Maia (ISMAI), Oporto, Portugal
Master in High Performance in Sports: Strength and Conditioning
Universidad Catolica San Antonio de Murcia (UCAM), Spain
NSCA – CSCS
πηγή:Sports-Academies.gr